Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Μύρα (Αρχαιότητα)

Συγγραφή : IME , Καμάρα Αφροδίτη (30/9/2008)

Για παραπομπή: IME , Καμάρα Αφροδίτη, «Μύρα (Αρχαιότητα)», 2008,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=5456>

Μύρα (Αρχαιότητα) (19/2/2009 v.1) Myra (Antiquity) (21/1/2009 v.1) 
 

1. Γεωγραφική θέση – Τοπογραφία

Τα Μύρα ήταν μια πόλη ευνοημένη από τη γεωγραφική της θέση. Βρισκόταν στην προσχωσιγενή πεδιάδα που σχημάτιζε ο ποταμός Μύρος (Demre Çay) καθώς εξέβαλλε στο Αιγαίο, ενώ ήταν προστατευμένη και από την οροσειρά του Μασσικύτου (Alaca Dağ). Τα ερείπια της πόλης βρίσκονται περίπου 1,5 χλμ. μακριά από το σύγχρονο χωριό Demre. Στο παρελθόν, όπως και σήμερα, η ραχοκοκαλιά της τοπικής οικονομίας ήταν η αγροτική παραγωγή, καθώς έχει εξαιρετικά εύφορο έδαφος που προσφέρεται ιδιαίτερα για καλλιέργειες οπωροκηπευτικών. Το λιμάνι των Μύρων, η Ανδριακή, που βρισκόταν σε απόσταση 5 χλμ. νοτιοδυτικά της πόλης, εξασφάλιζε την απρόσκοπτη μεταφορά των προϊόντων σε άλλες περιοχές, διατηρώντας την εμπορική κίνηση υψηλή.

Η χώρα των Μύρων είχε επεκταθεί μέχρι τη Ρωμαϊκή περίοδο, περιλαμβάνοντας άλλοτε ανεξάρτητες μικρές πόλεις, όπως η Τυβερισσός, η Τειμιούσα, τα Ίστλαδα, τις θέσεις με τα σημερινά ονόματα Gürses, Muskar, Dereağzı και την τοποθεσία Σούρα, όπου βρισκόταν και το ιερό του Απόλλωνα, καθώς και το μικρό νησάκι της Κέκοβας, όπου υπήρχε σημαντικός οικισμός.

Προς τα ανατολικά η πόλη συνόρευε με τα Λίμυρα, μία ακόμη σημαντική λυκική πόλη. Η χερσαία οδός που συνέδεε τις δύο πόλεις ήταν δύσβατη και ακατάλληλη για μεταφορές με ζώα και αμάξια. Για το λόγο αυτό είχε καθιερωθεί τακτική θαλάσσια επικοινωνία με πλοία.

2. Ιστορική αναδρομή

Η ακριβής χρονολογία και οι συνθήκες ίδρυσης της πόλης δεν είναι γνωστές, καθώς ο χώρος δεν έχει ανασκαφεί συστηματικά. Το τοπωνύμιο αναφέρεται πρώτη φορά από το Στράβωνα.1 Τμήματα οχυρωματικού τείχους ωστόσο, που έχουν εντοπιστεί αρχαιολογικά, χρονολογούνται στον 5ο αι. π.Χ. Η ετυμολογική ρίζα του τοπωνυμίου ενδέχεται να είναι γηγενής λυκική, αν και στους Βυζαντινούς χρόνους έγινε μια προσπάθεια να συνδεθεί η πόλη με το μύρο και την παραγωγή του. Παρά τις αναφορές του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου όμως, στην περιοχή δε φαίνεται να παραγόταν μύρο.2

2.1. Ελληνιστικοί χρόνοι

Οι φιλολογικές μαρτυρίες δε μας αποκαλύπτουν στοιχεία για την ιστορία και την εξέλιξη της πόλης κατά την Ελληνιστική περίοδο. Ωστόσο από τα λίγα επιγραφικά και τα περισσότερα νομισματικά δεδομένα συνάγεται ότι ήδη κατά τον 3ο αι. π.Χ. η πόλη είχε αναχθεί σε μία από τις έξι λυκικές πόλεις που είχαν δικαίωμα τριών ψήφων μέσα στο Κοινό των Λυκίων. Τον επόμενο αιώνα η πόλη φαίνεται να κόβει εκτός από τα δικά της νομίσματα και αυτά της ευρύτερης περιοχής του Μασσικύτου.3 Η πόλη αποτελούσε τελωνειακό σταθμό για την ευρύτερη περιοχή της Λυκίας,4 ενώ το Κοινό τής είχε αναθέσει τη διοργάνωση ορισμένων από τις κοινές θρησκευτικές εορτές.

Μεγάλη εμβέλεια είχε και το ιερό της Αρτέμιδος Ελευθέρας, το οποίο θεωρούνταν το ωραιότερο ίσως κτίσμα της Λυκίας. Δυστυχώς τίποτε δε σώζεται σήμερα από αυτό ούτε και έχει αποτυπωθεί στα έργα των κατά καιρούς περιηγητών.5

2.2. Ρωμαϊκοί χρόνοι

Τα Μύρα διατήρησαν την εξέχουσα οικονομική και πολιτική θέση που είχαν αποκτήσει την Ύστερη Ελληνιστική περίοδο. Αρχικά η πόλη διέκειτο εχθρικά προς τους Ρωμαίους, όπως προκύπτει από το γεγονός ότι το 42 π.Χ. η πόλη αρνήθηκε την είσοδο στον απεσταλμένο φοροσυλλέκτη του Βρούτου Λέντουλο Σπινθήρα και εκείνος αναγκάστηκε να σπάσει την αλυσίδα που έφραζε το λιμάνι της Ανδριακής και να απειλήσει την πόλη. Στη συνέχεια όμως οι κάτοικοι, αντιλαμβανόμενοι προφανώς τη ρωμαϊκή υπεροχή, φάνηκαν συνεργάσιμοι. Το 18 μ.Χ. μάλιστα ο Καίσαρ Γερμανικός με τη σύζυγό του Αγριππίνα επισκέφτηκαν την πόλη, η οποία αφιέρωσε ανδριάντες προς τιμήν τους στην Ανδριακή. Οι καλές σχέσεις τους με τη ρωμαϊκή αρχή φαίνεται να τους ωφέλησαν, αφού τα αρχαιολογικά δεδομένα μαρτυρούν μεγάλη ακμή κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Ορισμένα από τα σημαντικότερα ορατά σήμερα μνημεία της πόλης, όπως το θέατρο και η σιταποθήκη του Αδριανού κοντά στην Ανδριακή, χρονολογούνται στον 1ο-2ο αιώνα, ενώ μεγάλοι ευεργέτες όπως ο Οπραμόας από τη Ροδιάπολη, ο Ιάσων από τις Κυανέες ή ο Λικίνιος Λάγγος από τα Οινόανδα έσπευδαν να χρηματοδοτήσουν τα εντυπωσιακά αυτά κοινωφελή έργα και να συνδράμουν την πόλη όταν υφίστατο ζημιές από φυσικές καταστροφές.

Μια ενδιαφέρουσα επιγραφή διασώζει την πληροφορία ότι μεταξύ Μύρων και Λιμυρών, λόγω της δυσκολίας των χερσαίων μεταφορών στην οποία αναφερθήκαμε, είχε καθιερωθεί τακτική θαλάσσια συγκοινωνία. Οι φόροι από τη λειτουργία αυτής της συγκοινωνίας μάλιστα εκμισθώνονταν σε ιδιώτες από το ρωμαϊκό κράτος. Ωστόσο τα έσοδα δεν ήταν τα αναμενόμενα και για το λόγο αυτό η επιγραφή θεσπίζει ποινές για όποιους διεξάγουν το δρομολόγιο παράνομα, με δικά τους πλωτά μέσα.

3. Αρχαιολογικά δεδομένα

Ο αρχαιολογικός χώρος των Μύρων και του λιμανιού της Ανδριακής είναι αρκετά εκτεταμένος. Συστηματικές ανασκαφές δεν έχουν γίνει. Ωστόσο αρκετά κατάλοιπα είναι ορατά, κυρίως από κτήρια λαξευμένα σε βράχους.

3.1. Τα ορατά κατάλοιπα των Μύρων και της Ανδριακής

Η ακρόπολη των Μύρων βρίσκεται σε ένα απόκρημνο ύψωμα πίσω από το θέατρο. Οι οχυρώσεις της διακρίνονται σε δύο φάσεις: μία πρώιμη ελληνιστική (τέλος 4ου αι. π.Χ.) και μία ρωμαϊκή. Στα ανατολικά της ακρόπολης και του θεάτρου βρίσκεται πιθανόν η αγορά της πόλης. Έτσι τουλάχιστον έχει ταυτιστεί από τους αρχαιολόγους ο τετραγωνικός περίβολος, μέσα στον οποίο αργότερα χτίστηκε ένα χριστιανικό μοναστήρι. Σύμφωνα με τους περιηγητές Spratt και Forbes,6 που επισκέφτηκαν τα Μύρα στα μέσα του 19ου αιώνα, τα τείχη του περιβόλου ήταν Ρωμαϊκής περιόδου με ένα αψιδωτό άνοιγμα στο νότιο τοίχο και μια πύλη στον ανατολικό. Ωστόσο ο Borchhardt εκφράζει κάποιες αμφιβολίες για την ταύτιση αυτή και επισημαίνει ότι το κτίσμα ενδέχεται να εξυπηρετούσε στρατιωτικούς σκοπούς.7

Μεταξύ των άλλων ερειπίων της πόλης ξεχωρίζουν το θέατρο και τα δύο μεγάλα συγκροτήματα λαξευτών τάφων στους οποίους θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

Όσον αφορά το λιμάνι της Ανδριακής οι πηγές άλλοτε το αντιμετωπίζουν ως αυτόνομη πόλη και άλλοτε ως τμήμα των Μύρων. Το όνομά της η Ανδριακή το πήρε από το μικρό ποταμό Άνδροκο, στις εκβολές του οποίου είναι χτισμένη. Το λιμάνι ήταν προστατευμένο από ψηλά βουνά εκατέρωθεν του ανοίγματός του. Σήμερα η περιοχή έχει καλυφθεί από προσχώσεις.8 Οι οικίες βρίσκονται στο νότιο τμήμα του λιμανιού. Όλα τα σπίτια ανήκαν στον ίδιο αρχιτεκτονικό τύπο και ήταν χτισμένα από αργολιθοδομή με επικάλυψη σοβά. Πίσω από τα σπίτια βρισκόταν μια ορθογώνια αγορά με κιονοστοιχία, από την οποία κάποιοι κίονες και τμήματα τοίχου είναι ορατά και σήμερα. Στο κέντρο της αγοράς βρισκόταν μια δεξαμενή νερού, η οποία ήταν στεγασμένη και περιτριγυρισμένη με κίονες.

Ένα από τα σημαντικότερα κτίσματα του λιμανιού ήταν η σιταποθήκη, η οποία χρονολογείται στα χρόνια του Αδριανού και συγκεκριμένα στο 129. Οι διαστάσεις της είναι 65×32 μ. και αποτελείται από 8 δωμάτια που επικοινωνούν μεταξύ τους. Η πρόσοψη ήταν χτισμένη κατά το ισόδομο σύστημα και έφερε κτητορική επιγραφή καθώς και τις προτομές του Αδριανού και της γυναίκας του, της Σαβίνας. Στις δύο άκρες της πρόσοψης είχε προβλεφθεί ειδικός μικρός τετράγωνος χώρος για τους φρουρούς, καθώς το σιτάρι που αποθηκευόταν εκεί χρησιμοποιούνταν πρωτίστως για τις ανάγκες του στρατού και μόνο το περίσσευμά του διοχετευόταν στο εμπόριο. Το μικρό ορθογώνιο κτίσμα με τις εξωτερικές κόγχες που ορθώνεται ακριβώς απέναντι από τη σιταποθήκη δεν αποκλείεται να ήταν ένα ιερό αφιερωμένο στον Αδριανό.

Καθώς η περιοχή ήταν άνυδρη, νερό μεταφερόταν στο λιμάνι από τα Μύρα με τη βοήθεια ενός υδραγωγείου, του οποίου τμήματα είναι ορατά επάνω στο λόφο που βρίσκεται στα δεξιά του δρόμου που οδηγεί από τα Μύρα στην Ανδριακή. Ωστόσο το νερό αυτό ήταν υφάλμυρο και ακατάλληλο για πόση. Πόσιμο νερό εξασφαλιζόταν από μια πηγή που βρισκόταν στο δρόμο Μύρων-Ανδριακής, στην είσοδο περίπου του οικισμού. Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο η πηγή περιβλήθηκε με ένα μνημειώδες νυμφαίο, τα ερείπια του οποίου είναι ορατά και σήμερα και χαρακτηρίζονται από εξωτερικό συνδυασμό κογχών και αψίδων.

Όχι μακριά από το νυμφαίο βρισκόταν η νεκρόπολη της Ανδριακής με κυριότερο τύπο τάφων τις επίγειες σαρκοφάγους λυκικού ή ρωμαϊκού τύπου. Αρκετές από τις σαρκοφάγους αυτές απομακρύνθηκαν κατά τη διάρκεια των αιώνων και έτσι οι εναπομείνασες είναι όσες βρίσκονται στη χειρότερη κατάσταση.

3.2. Το θέατρο

Το θέατρο συνιστά ίσως το πιο εντυπωσιακό οικοδόμημα των Μύρων. Είναι ένα καθαρά ρωμαϊκό θέατρο με διάμετρο περίπου 110 μ. Το κοίλο του, αν και στηρίζεται στο βράχο, είναι κτιστό στο μεγαλύτερο μέρος του. Περιλαμβάνει ένα μόνο διάζωμα με 29 σειρές εδωλίων κάτω από αυτό και 6 σειρές εδωλίων επάνω από αυτό. Στον αναλημματικό τοίχο στο πίσω μέρος του διαζώματος είναι χαραγμένα ονόματα: αυτός ήταν προφανώς ένας τρόπος να κρατάει κάποιος τη θέση του για όλες τις παραστάσεις. Μια άλλη επιγραφή που μας δίνει μια εικόνα καθημερινότητας από το θέατρο είναι αυτή που βρίσκεται στον τοίχο μεταξύ των δύο διαδρόμων ανάμεσα στην ορχήστρα και το κοίλο, και η οποία σημαδεύει τη θέση του Γελασίου, του μικροπωλητή που εφοδίαζε με τρόφιμα και ποτά τους θεατές. Ενδιαφέρουσα είναι επίσης η επιγραφή στο δάπεδο της ορχήστρας, σύμφωνα με την οποία τα Μύρα υποχρεώνονται να πληρώνουν στο Κοινό των Λυκίων 7.000 δηνάρια ετησίως από τα έσοδα των δασμών.

3.3. Οι λαξευτοί τάφοι

Εκτός από το θέατρο, μεταξύ των σημαντικότερων αξιοθέατων σήμερα της πόλης είναι οι λαξευτοί τάφοι. Ορισμένοι από αυτούς είναι από τους πιο ωραίους και καλά διατηρημένους της Λυκίας. Οι τάφοι διακρίνονται σε δύο συγκροτήματα. Το πρώτο βρίσκεται επάνω στο βράχο στα δυτικά του θεάτρου, προς τη μεριά της θάλασσας. Ένα μέρος των τάφων είναι μικρά λαξεύματα που θυμίζουν κυψέλη, το μεγαλύτερο μέρος τους όμως ανήκει στον τύπο του οικίσκου, ενώ δε λείπουν κι εκείνοι των οποίων η πρόσοψη μοιάζει με ναϊκό οικοδόμημα. Μεταξύ των σημαντικότερων τάφων του συγκροτήματος αυτού συγκαταλέγεται ο τάφος F23,9 ο οποίος φέρει τρεις ανάγλυφες παραστάσεις: η αριστερή εικονίζει πολεμιστή τη στιγμή που φοράει τη στολή του, βοηθούμενος από κάποιο νεαρό που του δίνει την ασπίδα του. Η μεσαία αναπαριστά δύο γυμνούς πολεμιστές που ακουμπούν ο ένας στην ασπίδα και ο άλλος στο δόρυ του. Η δεξιά τέλος απεικονίζει νεκρόδειπνο στο οποίο παρίστανται έξι άτομα. Σημαντικός επίσης είναι και ο τάφος F22, που παριστάνει νεαρό πολεμιστή, όρθιο και ακουμπισμένο στην ασπίδα και το δόρυ του, προς τον οποίο στρέφεται γυναικεία φιγούρα καθισμένη σε δίφρο και ηλικιωμένος άνδρας με χιτώνα και χλαμύδα. Στο δεξί άκρο εικονίζεται τέλος νεαρό αγόρι με προτεταμένο το δεξί πόδι. Τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά μοιάζουν αρκετά με αυτά του μνημείου των Νηρηίδων στην Ξάνθο και χρονολογούν το μνημείο στο β΄ μισό του 4ου αι. π.Χ.

Το δεύτερο συγκρότημα βρίσκεται στα νοτιοανατολικά, προς τη μεριά του ποταμού Μύρου. Στο δεύτερο αυτό συγκρότημα ανήκει ο λεγόμενος Γραπτός τάφος,10 ο οποίος φέρει εντονότερα από άλλους τα ίχνη επιζωγράφισης στις ανάγλυφες φιγούρες του. Ανήκει στον τύπο των τάφων-οικίσκων και στο εσωτερικό του φέρει δύο λίθινα εδώλια στις μακρές πλευρές. Στον προθάλαμο εικονίζεται αριστερά ένας ανακεκλιμένος άνδρας με γενειάδα, που σηκώνει ένα κύπελλο για να πιει κρασί και απέναντί του ακριβώς μια καθιστή γυναικεία φιγούρα περιτριγυρισμένη από παιδιά. Μια διπλή είσοδος οδηγεί στο εσωτερικό του τάφου, η οποία επιστεφόταν παλιότερα απο μια φιγούρα παιδιού που κρατούσε φτυάρι, αλλά αποκολλήθηκε από κάποιον περιηγητή του 19ου αιώνα και βρίσκεται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας. Οι ίδιες φιγούρες με αυτές του προθαλάμου, αλλά όρθιες και πιο επιβλητικές, εικονίζονται λαξευμένες στο βράχο στην πρόσοψη του τάφου. Είναι φανερό ότι οι δύο παραστάσεις εικονίζουν δύο πτυχές της οικογενειακής ζωής, την ιδιωτική και τη δημόσια.

Άλλος τάφος του συγκροτήματος αυτού (F18), λίγο ψηλότερα από τον προηγούμενο, εικονίζει ένα λιοντάρι να κατασπαράζει ταύρο στην πρόσοψη, ενώ στον προθάλαμο απεικονίζεται οικογένεια που απαρτίζεται από 8 άτομα. Μια ζωφόρος φέρει φανταστικές φιγούρες, ίσως χορευτές και χορεύτριες.

Οι ανθρώπινες φιγούρες που εικονίζονται στους τάφους είναι στην πλειονότητά τους σε φυσικό μέγεθος, ενώ ίχνη χρώματος διακρίνονται αμυδρά.

4. Λατρείες

Η αρχαιότερη ίσως λατρεία της ευρύτερης περιοχής των Μύρων ήταν αυτή της Αρτέμιδος Ελευθέρας, για την οποία ωστόσο δε γνωρίζουμε πολλά στοιχεία. Από την εικονογραφία της σε νομίσματα μπορούμε ίσως να συναγάγουμε ότι ενδεχομένως σχετιζόταν με την Εφεσία Αρτέμιδα, ενώ δεν αποκλείεται να θεωρούνταν θεά των δασών, καθώς εικονίζεται σε συνδυασμό με δέντρα ή φυτά. Το πιθανότερο πάντως είναι πως η θεά είχε ορισμένα από τα χαρακτηριστικά της Κυβέλης, ήταν δηλαδή κατά κάποιο τρόπο μια αρχέγονη μητρική γυναικεία θεότητα. Το ιερό της Αρτέμιδος Ελευθέρας ήταν το λαμπρότερο κτίσμα της Λυκίας, σύμφωνα με τις πηγές. Ένας καταστροφικός σεισμός το 141 προκάλεσε μεγάλες ζημιές στο ιερό και μεγάλοι χορηγοί της εποχής, όπως ο Οπραμόας της Ροδιάπολης, κινητοποιήθηκαν για να επισκευαστεί. Ωστόσο ό,τι δεν κατέστρεψε η φύση φρόντισε να το εξαλείψει ο άγιος Νικόλαος ως επίσκοπος Μύρων τον 4ο αιώνα. Σύμφωνα με το Βίο του αγίου, ο Νικόλαος φρόντισε να ξεριζώσει ακόμα και τα θεμέλια του ναού και τότε οι συγκεντρωμένοι είδαν τα κακά πνεύματα να φεύγουν μακριά.

Πολύ καλύτερα τεκμηριώνεται η λατρεία του Απόλλωνα Σουρίου, με επίκεντρο το μικρό οικισμό-ιερό στα Σούρα, κοντά στα Μύρα. Το ιερό ήταν χτισμένο κοντά σε ιερή πηγή με ψάρια, τα οποία μετείχαν στη χρησμοδοσία. Ο Πλίνιος γράφει για τις τελετές αυτές: «Στα Μύρα της Λυκίας, στην πηγή του Απόλλωνα που αποκαλείται Σούριος, καλούν τα ψάρια τρεις φορές με τον αυλό για να δώσουν χρησμό. Αν ξεσκίσουν τα κομμάτια κρέατος που τους πετούν, αυτό είναι καλό σημάδι, αν όμως το χτυπήσουν με τις ουρές τους είναι κακό σημάδι».11 Το ιερό του Απόλλωνα ήταν χτισμένο στο μικρό λιμάνι της περιοχής. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται επιγραφές, λαξευμένες στο βράχο, οι οποίες παραδόξως αναφέρουν αφιερώσεις όχι στον Απόλλωνα, αλλά στο Σώζοντα, έναν τοπικό έφιππο θεό, και στο Δία Αταβύριο, η λατρεία του οποίου επιχωρίαζε στη Ρόδο. Η ορατή σήμερα εξέδρα αντιστοιχεί στο οίκημα όπου διέμεναν οι ιερείς και ήταν χωρισμένο σε 12 διαμερίσματα. Επιπλέον, στο νοτιοδυτικό τοίχο της ακρόπολης στα Σούρα ορθώνονται μια σειρά από λαξευτές στήλες που φέρουν καταλόγους των ιερέων.

5. Ο χριστιανισμός στα Μύρα

Η σχέση της πόλης των Μύρων με το χριστιανισμό ανάγεται στους Αποστολικούς χρόνους, όταν ο Απόστολος Παύλος αποβιβάστηκε για σύντομο διάστημα στο λιμάνι της Ανδριακής το 60 μ.Χ., καθ’ οδόν προς τη Ρώμη μετά τη σύλληψή του στην Ιερουσαλήμ. Ωστόσο για τους επόμενους τρεις αιώνες η θρησκευτική ζωή της πόλης δε φαίνεται να επηρεάστηκε ιδιαίτερα από το χριστιανικό κήρυγμα, αν και σίγουρα θα είχε δημιουργηθεί ένας πυρήνας χριστιανών. Στο α΄ μισό του 4ου αιώνα όμως, όταν επίσκοπος Μύρων ανέλαβε ο μετέπειτα άγιος Νικόλαος, η ζυγαριά έγειρε αποφασιστικά προς το μέρος της νέας θρησκείας. Ο Νικόλαος ήταν αποφασισμένος να εξαλείψει τα ίχνη των παλιών θρησκειών και προέβη σε συστηματική καταστροφή ιερών και ναών, μεταξύ αυτών και του ιερού της Αρτέμιδος Ελευθέρας, του ωραιότερου λυκικού ναού.

Ο Βίος του αγίου συντάχθηκε έναν αιώνα και πλέον μετά το θάνατό του, με αποτέλεσμα πολλά ανακριβή και μυθικά σχεδόν στοιχεία να έχουν παρεισφρήσει σε αυτόν.12 Σύμφωνα με το κείμενο, ο Νικόλαος είχε γεννηθεί στα Πάταρα και από πολύ μικρός είχε δείξει την τάση του προς το μοναχισμό και τη θρησκευόμενη ζωή. Όταν σε εφηβική ηλικία ο Νικόλαος έχασε τους γονείς του, άρχισε να διαμοιράζει τα υπάρχοντά του. Πολλές ιστορίες αναφέρονται για το φιλανθρωπικό του έργο, αν και σε ορισμένες από αυτές απηχούνται παλιότεροι παγανιστικοί μύθοι που αφορούσαν τοπικούς ήρωες. Γεγονός πάντως είναι ότι ο Νικόλαος αγωνίστηκε για την εδραίωση του χριστιανισμού κατά τον πρώιμο 4ο αιώνα, μόλις δηλαδή η νέα θρησκεία επενδύθηκε με νομιμότητα ως συνέπεια της θρησκευτικής πολιτικής του Μεγάλου Κωνσταντίνου και των διαδόχων του. Ενδέχεται να είναι αυτός που θεμελίωσε έναν πρώιμο χριστιανικό ναό στο λιμάνι της Ανδριακής και δεν αποκλείεται να θεωρείται για το λόγο αυτό προστάτης των ναυτικών. Μετά το θάνατό του τάφηκε εκτός των τειχών, σε σημείο όπου λίγο αργότερα ανεγέρθηκε η εκκλησία που είναι έως σήμερα αφιερωμένη στη μνήμη του. Η εκκλησία συλήθηκε πρώτη φορά από τους Άραβες τον 9ο αιώνα, αλλά ο άγιος προστάτεψε τον τάφο του και έδιωξε τους επιδρομείς. Το 1087 όμως, όταν Λατίνοι εισέβαλαν στο ναό, κατόρθωσαν να εντοπίσουν τον τάφο του αγίου και να αρπάξουν τα λείψανα που έπλεαν μέσα στο μύρο και να τα μεταφέρουν στο Μπάρι της Ιταλίας. Ο άγιος Νικόλαος συγκαταλέγεται στις ευρύτερα αποδεκτές μορφές αγίων σε όλα τα χριστιανικά δόγματα και στη Δύση έχει επικρατήσει ως άγιος-προστάτης των παιδιών ή Santa-Clauss.

1. Στράβ. 14.665.

2. Bean, G.E., Lycian Turkey. An archaeological guide (London – New York 1978), σελ. 120.

3. Βλ. Στράβ. 14.3.3. Για τα επιγραφικά δεδομένα της εποχής βλ. Kalinka, E., Tituli Asiae Minoris. Volumen I, Tituli Lyciae: lingua Lycia conscripti (Vienna 1901), σελ. 85-97. Για τα νομισματικά δεδομένα βλ. Hill, G.F. (επιμ.), British Museum Catalogue of Greek Coins. Lycia (London 1897), στο Babelon, E. (επιμ.), Inventaire de la Collection Waddington (Paris 1898), σελ. 153-177.

4. Βλ. την επιγραφή SEG 35, 1439.

5. Βλ. Kalinka, E., Tituli Asiae Minoris. Volumen II, Tituli Lyciae: linguis Graeca et Latina conscripti (Vienna 1920-1944), σελ. 905, αρ. 59.

6. Spratt, T.A.B. – Forbes, E., Travels in Lycia, Milyas and the Cibyratis I (London 1847), σελ. 133 κ.ε.

7. Borchhardt, J. (επιμ.), Myra: eine lykische Metropole in antiker und byzantinischer Zeit (IstForsch 30, Berlin 1975), σελ. 56-57.

8. Η περιγραφή των ερειπίων της Ανδριακής βασίζεται στο Toksöz, C., Ancient Cities of Lycia (Istanbul 1998).

9. Η αρίθμηση και η περιγραφή των τάφων βασίζεται στη μελέτη Bruns-Özgan, C., Lykische Grabreliefs des 5. und 4. Jahrhunderts v.Chr. (Tübingen 1987).

10. Τάφος F 17 σύμφωνα με Bruns-Özgan, C., Lykische Grabreliefs des 5. und 4. Jahrhunderts v.Chr. (Tübingen 1987). Ένα τμήμα του τάφου αυτού αποτειχίστηκε κατά το 19ο αιώνα και σήμερα βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας.

11. Βλ. Πλίνιος, Φ.Ι.· Αιλιανός, De animalia 12.1.

12. Για τη νεοελληνική έκδοση του Βίου βλ. Θεολογίτης, Μ. (επιμ.), Βίος του Αγίου και Μεγάλου Νικολάου (Αθήνα 2000).

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>