Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Αριαράθης Ε΄ Ευσεβής, Φιλοπάτωρ

Συγγραφή : Σοφού Αθανασία (10/2/2003)

Για παραπομπή: Σοφού Αθανασία, «Αριαράθης Ε΄ Ευσεβής, Φιλοπάτωρ», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=3735>

Αριαράθης Ε΄ Ευσεβής, Φιλοπάτωρ (6/12/2007 v.1) Ariarathes V Eusebes, Philopater (23/12/2008 v.1) 
 

1. Οικογένεια

Ο βασιλιάς της Μεγάλης Καππαδοκίας Αριαράθης E΄ Ευσεβής Φιλοπάτωρ ανήκε στην καππαδοκική δυναστεία των Αριαραθιδών. Σύμφωνα με το γενεαλογικό δέντρο των Αριαραθιδών, που παραδίδεται από το Διόδωρο και θεωρείται τουλάχιστον εν μέρει μυθικό, ο Αριαράθης Δ΄ ήταν απόγονος αριστοκρατικού γένους των Περσών. Στους μακρινούς προγόνους του συγκαταλέγονται ο Αναφάς (ή Οτάνης), ένας από τους επτά Πέρσες που δολοφόνησαν τον ψευδο-Σμέρδη, καθώς και ο Πέρσης βασιλιάς Κύρος o Mέγας (περίοδος βασιλείας 559-530 π.Χ.). Ο Αριαράθης E΄ (190/185-130 π.Χ.) ήταν γιος του βασιλιά Αριαράθη Δ΄(220-164/163 π.Χ.) και της Αντιοχίδας, κόρης του Σελευκίδη βασιλιά Αντίοχου Γ΄ (223-187 π.Χ.). Σύμφωνα με το Διόδωρο η μητέρα του Αντιοχίδα, επειδή αρχικά δεν μπορούσε να κάνει παιδιά, εξαπάτησε τον άντρα της παρουσιάζοντας ως δικούς του δύο γιους, τον Αριαράθη και τον Οροφέρνη. Αργότερα όμως, αφού γέννησε δύο κόρες και έναν γιο, το Μιθριδάτη, αποκάλυψε στο σύζυγό της την αλήθεια και οι δύο μη νόμιμοι γιοι απομακρύνθηκαν από το βασίλειο ώστε να εξασφαλιστεί η διαδοχή του γνήσιου γιου Μιθριδάτη, ο οποίος στο μεταξύ μετονομάστηκε Αριαράθης και διαδέχθηκε τον πατέρα του στο θρόνο ως Αριαράθης Ε΄ Ευσεβής. Ωστόσο η νεότερη έρευνα θεωρεί πολύ πιθανό οι φερόμενοι ως μη νόμιμοι γιοι να ήταν γνήσια παιδιά του Αριαράθη Δ΄, ίσως από κάποια άλλη άγνωστη σύζυγο, και η ιστορία αυτή να επινοήθηκε για να νομιμοποιήσει τα αμφισβητήσιμα δικαιώματα του Αριαράθη Ε΄ στο θρόνο. Η μία από τις δύο αδελφές του Αριαράθη, η Στρατονίκη, παντρεύτηκε το βασιλιά του Περγάμου Ευμένη Β΄ (197/196-158/157 π.Χ.) και αργότερα τον αδελφό και διάδοχό του Άτταλο Β΄ (158/157-139/138 π.Χ.). H σύζυγος του Αριαράθη Νύσα καταγόταν πιθανότατα από το σελευκιδικό ή τον ποντικό βασιλικό οίκο. Μαζί της ο Καππαδόκης απέκτησε έξι γιους, ο ένας από τους οποίους διαδέχθηκε τον πατέρα του ως Αριαράθης Στ΄.1

2. Δράση

Πρώτο μέλημα του Αριαράθη μετά την άνοδό του στο θρόνο ήταν να ανακοινώσει στη Ρώμη την ανάρρησή του και να ζητήσει την ανανέωση της φιλίας και συμμαχίας που είχε συνάψει ο προκάτοχός του. Η σύγκλητος δεν απάντησε παρά μόνο αφού μια ρωμαϊκή πρεσβεία στη χώρα είχε διερευνήσει τις πολιτικές θέσεις τόσο του ίδιου του μονάρχη όσο και του πατέρα του. Λίγο αργότερα η Ρώμη αναμείχθηκε στη διένεξη της Καππαδοκίας με τη γαλατική φυλή των Τρόκμων, οι οποίοι έχοντας αποτύχει να καταλάβουν τμήμα της χώρας διέβαλαν τον Αριαράθη κατηγορώντας τον για επιθετική πολιτική. Αξιοσημείωτη στην προκειμένη περίπτωση είναι η στάση του Αριαράθη που δήλωσε πρόθυμος να συμμορφωθεί με όποια απόφαση λάμβανε η Ρώμη.2 Η αφοσίωση του Αριαράθη στη Ρώμη επιβεβαιώθηκε εκ νέου το 162/160 π.Χ., όταν μια άλλη ρωμαϊκή πρεσβεία με επικεφαλής τον Τιβέριο Γράκχο επισκέφθηκε την Καππαδοκία, στο πλαίσιο μιας περιοδείας της στη Μικρά Ασία για να εξακριβωθεί η στάση των ελληνιστικών μοναρχών έναντι του Σελευκίδη Δημήτριου Α΄, η εξουσία του οποίου δεν είχε τη ρωμαϊκή αναγνώριση. Ένα ακόμα δείγμα της φιλορωμαϊκής πολιτικής του Αριαράθη ήταν η άρνησή του να παντρευτεί μια συγγενή του Δημητρίου Α΄, επιγαμία που θα αποκαθιστούσε τις σχέσεις του καππαδοκικού βασιλείου με τους Σελευκίδες αλλά θα εκλαμβανόταν ως αντιρωμαϊκή πράξη. Ανταμείβοντάς τον η ρωμαϊκή σύγκλητος του πρόσφερε τα σύμβολα του βασιλικού αξιώματος: ένα σκήπτρο και έναν δίφρο από ελεφαντοστό.3 Η απόρριψη της σελευκιδικής συμμαχίας είχε δυσμενείς συνέπειες για την κυριαρχία του Αριαράθη στη χώρα. Ο Δημήτριος, εμμένοντας στην προσπάθειά του να επαναφέρει την Καππαδοκία στη σελευκιδική σφαίρα επιρροής, αναμείχθηκε στη διαμάχη για τη διαδοχή στον καππαδοκικό θρόνο, παρέχοντας ένοπλη υποστήριξη στο σφετεριστή Οροφέρνη, φερόμενο ως μη νόμιμο αδελφό του Αριαράθη. Με τον Αριαράθη συμπαρατάχθηκε ο γαμπρός του Ευμένης Β΄, αλλά ο θάνατος του τελευταίου λίγο αργότερα εξασθένησε τη θέση του Καππαδόκη. Ο Αριαράθης υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του και να καταφύγει αρχικά στη Ρώμη και αργότερα στο Πέργαμον, ενώ τον καππαδοκικό θρόνο κατέλαβε ο Οροφέρνης (159-157/156 π.Χ.).4 Τα δύο αδέλφια ζήτησαν την παρέμβαση της ρωμαϊκής συγκλήτου, που αποφάσισε τη διαίρεση του βασιλείου μεταξύ τους. Καθώς κανένας δεν ήταν διατεθειμένος να συμβιβαστεί με αυτή τη λύση, ο αγώνας συνεχίστηκε. Καθοριστικό ρόλο σε εκείνη την κρίσιμη περίοδο διαδραμάτισε το περγαμηνό βασίλειο, οι συγγενικοί δεσμοί με το οποίο είχαν ανανεωθεί και μετά το θάνατο του Ευμένη Β΄, όταν η χήρα του και αδελφή του Αριαράθη Στρατονίκη παντρεύτηκε το νέο Περγαμηνό βασιλέα Άτταλο Β΄. Με τη βοήθεια των περγαμηνών όπλων ο Αριαράθης ανακατέλαβε την εξουσία, ενώ παράλληλα αποκαταστάθηκε και η επιρροή της Περγάμου στην Καππαδοκία.5 Μετά την επιστροφή του στη χώρα ο Αριαράθης ζήτησε από την Πριήνη να του επιστρέψει 400 τάλαντα, τα οποία ο Οροφέρνης είχε καταθέσει στη φύλαξη του ναού της Αθηνάς Πολιάδος στην πόλη αυτή, για την περίπτωση που απέβαινε εις βάρος του η διένεξή του με τον Αριαράθη. Η άρνηση της Πριήνης να ικανοποιήσει το αίτημά του είχε ως αποτέλεσμα να εκστρατεύσει ο Αριαράθης μαζί με το γαμπρό του Άτταλο Β΄ εναντίον της πόλης και να λεηλατήσει την περιοχή της. Οι κάτοικοι της Πριήνης ζήτησαν την προστασία της Ρώμης και φαίνεται ότι δικαιώθηκαν, γιατί τα χρήματα επιστράφηκαν τελικά στον Οροφέρνη.6 Το 155/154 π.Χ. ο Αριαράθης ανταπέδωσε τις καλές υπηρεσίες του Ατταλίδη βασιλιά ενισχύοντάς τον στρατιωτικά κατά τη διάρκεια του πολέμου του με το βασιλιά της Βιθυνίας Προυσία Β΄ Κυνηγό. Λίγο αργότερα δόθηκε στον Αριαράθη η ευκαιρία να εξουδετερώσει το Σελευκίδη Δημήτριο Α΄. Το 150 π.Χ. στρατιωτικές δυνάμεις των συνασπισμένων ηγεμόνων Αριαράθη Ε΄, Αττάλου Β΄ και Πτολεμαίου Στ΄ πέτυχαν την ανατροπή του και την ενθρόνιση του Αλεξάνδρου Βάλα στο σελευκιδικό θρόνο.7 Παρά τη στάση που τήρησε η Ρώμη στο ζήτημα του Οροφέρνη, ο Αριαράθης Ε΄ παρέμεινε υπέρμαχος μιας φιλορωμαϊκής πολιτικής. Όταν ξέσπασε η επανάσταση του Αριστόνικου (132-130 π.Χ.) ανταποκρίθηκε στην έκκληση της Ρώμης προς τους συμμάχους της βασιλείς να την υποστηρίξουν στρατιωτικά και έχασε τη ζωή του πολεμώντας για τα ρωμαϊκά συμφέροντα. Ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες του νεκρού βασιλιά η Ρώμη εκχώρησε στο διάδοχό του τη Λυκαονία.8

3. Πολιτιστική δραστηριότητα

Σύμφωνα με το Διόδωρο ο Αριαράθης Ε΄ έλαβε ελληνική παιδεία και αφοσιώθηκε στη φιλοσοφία, επί των ημερών του μάλιστα η Καππαδοκία, που μέχρι πρότινος δεν ήταν γνωστή στους Έλληνες, έγινε τόπος κατοικίας των μορφωμένων. Ήταν πιθανότατα εκείνος που μετονόμασε τις καππαδοκικές πόλεις Τύανα και Μάζακα σε Ευσέβειες, και εισήγαγε τη νομοθεσία του Χαρώνδα στα Μάζακα.9 Ο Αριαράθης Ε΄ επισκέφθηκε πιθανότατα τη Ρώμη σε νεαρή ηλικία, ενώ επί της ηγεμονίας του εγκαινιάζονται οι σχέσεις της δυναστείας των Αριαραθηδών με την Αθήνα. Ο Καππαδόκης ηγεμόνας ταυτίζεται πιθανότατα με τον Αριαράθη που διατηρούσε αλληλογραφία με το φιλόσοφο Καρνεάδη, και ο ίδιος ήταν μάλλον ο αναθέτης ενός αγάλματος του φιλοσόφου στην Αγορά της Αθήνας. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, ο Αριαράθης πριν από την ανάρρησή του στο θρόνο έζησε για ένα διάστημα στην Αθήνα, όπου, μαζί με το γαμπρό του Άτταλο Β΄, φοίτησε στην Ακαδημία ως μαθητής του Καρνεάδη και απέκτησε πολιτικά δικαιώματα. Παράλληλα ο Καππαδόκης διατηρούσε στενές σχέσεις με την αθηναϊκή σύνοδο των τεχνιτών του Διονύσου. Δύο ψηφίσματα της συνόδου προς τιμήν του ιδίου και της συζύγου του αναφέρουν την απόδοση στον Αριαράθη Ε΄ μιας σειράς τιμών που αρμόζουν σε ευεργέτη, ως αντάλλαγμα για τη γενναιοδωρία του. Από το περιεχόμενο της επιγραφής συνάγεται ότι στην Καππαδοκία οργανώνονταν γιορταστικές εκδηλώσεις, στις οποίες ο Καππαδόκης βασιλιάς προσπαθούσε ή είχε πετύχει να προσελκύσει τεχνίτες του Διονύσου.10 Τέλος, ένας παναθηναϊκός αμφορέας που διατρανώνει τη νίκη ενός βασιλιά Αριαράθη ως αγωνοθέτη των Παναθηναίων πιστοποιεί το ενδιαφέρον του Καππαδόκη ηγεμόνα για τις αθλητικές εκδηλώσεις που οργανώνονταν στην Αθήνα.11 Κύριο χαρακτηριστικό της εξωτερικής πολιτικής της Καππαδοκίας την εποχή της ηγεμονίας του Αριαράθη Ε΄ είναι η πρόσδεση του καππαδοκικού βασιλείου στο άρμα των ρωμαϊκών συμφερόντων. Στο πολιτιστικό επίπεδο φανερή είναι η προσπάθεια του Καππαδόκη να προβληθεί ως ελληνιστικός ηγεμόνας, γεγονός που θα συνέβαλε τα μέγιστα στην εδραίωση και ενίσχυση του κύρους του.

1. Προσωνύμιο «Ευσεβής»: IG II ² 1330. «Φιλοπάτωρ»: Διόδ. Σ. 31.21. Γενεαλογία: Διόδ. Σ. 31.19.6-8. Εικάζεται ότι ο ένας γιος που λεγόταν από την αρχή Αριαράθης πέθανε σε μικρή ηλικία και ότι ο Αριαράθης που εστάλη στη Ρώμη ταυτίζεται πιθανόν με το Μιθριδάτη/Αριαράθη Ε΄ που επισκέφθηκε την Αθήνα. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή οι γιοι του Αριαράθη Δ΄ ήταν μάλλον τρεις, εκτός από το Δημήτριο Αριαράθου, η ταυτότητα του οποίου είναι απολύτως υποθετική. Βλ. και Günther, L.M., “Kappadokien, die seleukidische Heiratspolitik und die Rolle der Antiochis, Tochter Antiochos’ I”, Asia Minor Studien 16, Studien zum antiken Kleinasien 3 (1995), σελ. 51 κ.ε. Müller, H., “Königin Stratonike, Tochter des Königs Ariarathes”, Chiron 21 (1991), σελ. 406 κ.ε. Καταγωγή Νύσας: Ferguson, W.S., “Notes on Greek Inscriptions”, CPh. 2 (1907), σελ. 402. Hopp, J., Untersuchungen zur Geschichte der letzten Attaliden (Vestigia 25, München 1977), σελ. 63, σημ. 29. Απόγονοι Αριαράθη Ε΄: Ιουστ. 37.1.3.

2. Διόδ. Σ. 31.21. Πολύβ. 31.3.1-5. 31.7.1. Γαλάτες Τρόκμοι: Πολύβ. 31.8.1-5. Οι Ρωμαίοι έδωσαν μεγάλη βαρύτητα στη διαλεύκανση των κατηγοριών, όπως προκύπτει από την αποστολή δύο πρεσβειών στην Καππαδοκία. Αμφότερες οι πρεσβείες εντυπωσιάστηκαν από την ειλικρίνεια του Αριαράθη, βλ. Briscoe, J, “Eastern Policy and Senatorial Politics 168-146 B.C.”, Historia 18 (1969), σελ. 56 κ.ε. Gruen, E.S., “Rome and the Seleucids in the Aftermath of Pydna”, Chiron 6 (1976), σελ. 88.

3. Πολύβ. 31.3. 31.15.9-10. 31.32.3. Διόδ. Σ. 32.1. Ο Διόδωρος, αναφερόμενος στην απόρριψη της πρότασης του Δημητρίου, χρησιμοποιεί την έκφραση «απόρρηση του γάμου και φιλίας», η οποία έχει διπλή ερμηνεία. Σημαίνει α) απόρριψη, β) χωρισμό, διαζύγιο. Στη νεότερη έρευνα έχει επικρατήσει η ερμηνεία της λέξης «απόρρηση» ως άρνηση μιας επιγαμίας. Η Günther αντίθετα, βασιζόμενη στη δεύτερη ερμηνεία της λέξης, διατύπωσε την υπόθεση ότι η έκφραση σημαίνει το χωρισμό του Αριαράθη από μια σύζυγο από τον οίκο των Σελευκιδών, την οποία θα είχε παντρευτεί περίπου το 172 π.Χ. Στην περίπτωση αυτής της ερμηνείας δίνεται μια νέα διάσταση στις σχέσεις Συρίας-Καπππαδοκίας κατά την περίοδο 175-164 π.Χ., η οποία χαρακτηρίζεται από τις εγκάρδιες σχέσεις Ατταλιδών και Σελευκιδών, βλ. Günther, L.Μ., “Kappadokien, die seleukidische Heiratspolitik und die Rolle der Antiochis, Tochter Antiochos’ I”, Asia Minor Studien 16, Studien zum antiken Kleinasien 3 (1995), σελ. 59 κ.ε.

4. Διόδ. Σ. 31.19.7· Αππ., Συρ. 47. Για τη χρονολόγηση της εξέγερσης του Οροφέρνη βλ. MÆrkholm, O., “The Cappadocians again”, NC 7th Series 19 (1979), σελ. 242 κ.ε. Hopp, J., Untersuchungen zur Geschichte der letzten Attaliden (Vestigia 25, München 1977), σελ. 60 και σημ. 3. Τα επιχειρήματα με τα οποία ο Simonetta χρονολογεί την εξέγερση την περίοδο 161-159 π.Χ. δε φαίνονται πειστικά, βλ. Simonetta, B., The coins of the Cappadocian Kings (Typos Monographien zur antiken Numismatik 2, Freibourg 1977), σελ. 60 κ.ε.

5. Αππ., Συρ. 47· Πολύβ. 3.5.2· Hopp, J., Untersuchungen zur Geschichte der letzten Attaliden (Vestigia 25, München 1977), σελ. 61.

6. Σύμφωνα με μια υπόθεση ο Αριαράθης Ε΄ ήταν εκείνος ο Καππαδόκης ηγεμόνας που χρηματοδότησε την ανέγερση της Ιεράς Στοάς στην Πριήνη, βλ. Dinsmoor, W.B., “The Repair of Athena Parthenos: A story of five dowels”, AJA 38 (1934), σελ.106, αρ. 6.

7. Πόλεμος με Προυσία: Πολύβ. 33.12.1· Gruen, E.S., “Rome and the Seleucids in the Aftermath of Pydna”, Chiron 6 (1976), σελ. 91 κ.ε.

8. Liv. 14.11· Ιουστ. 37.1.2.

9. Διόδ. Σ. 31.19.7· Cohen, G.M., The Hellenistic Settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor (Berkeley-Los Angeles-Oxford 1995), σελ. 377 κ.ε.

10. Τεχνίτες του Διονύσου: IG II ² 1330· Robert, L., Opera Minora Selecta. Epigraphie et Antiquites Grecques I (Amsterdam 1969), σελ. 62· Robert, L., Noms Indigenes dans l’Asie Mineure greco-romaine (Paris 1963), σελ. 495 κ.ε.

11. Bringmann, K. – von Steuben, H., (επιμ.), Schenkungen hellenistischer Herrscher an griechische Städte und Heiligtümer, 1: Zeugnisse und Kommentare (Berlin 1995) σελ. 82, αρ. 37· Μεταξά-Προκοπίου, N., «Παναθηναϊκός αμφορεύς εκ της περιοχής Φιλοπάππου», ΑΔ 25 (1970) Ι Μελετήματα, σελ. 97 κ.ε.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>