Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Αφροδισιάς / Σταυρούπολις (Βυζάντιο)

Συγγραφή : ΙΒΕ , Ράγια Έφη (10/10/2003)

Για παραπομπή: ΙΒΕ , Ράγια Έφη, «Αφροδισιάς / Σταυρούπολις (Βυζάντιο)», 2003,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=3855>

Αφροδισιάς / Σταυρούπολις (Βυζάντιο) (27/3/2008 v.1) Aphrodisias / Stauroupolis  (13/5/2008 v.1) 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

βαλανείο, το
Δημόσια λουτρά της Αρχαιότητας. Άκμασαν κυρίως κατά την Ελληνιστική περίοδο, αλλά συνέχισαν να λειτουργούν και μετά. Διέθεταν υπόκαυστα και δεξαμενές ζεστού νερού.

βασιλική, η
Σημαντικός τύπος δημόσιου κτηρίου της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής που χρησίμευε ως δικαστική αίθουσα και χώρος εμπορικών συναλλαγών και χρηματιστηριακών πράξεων ή απλώς ως τόπος δημόσιων συγκεντρώσεων και ακροάσεων. Στα χριστιανικά χρόνια χρησιμοποιήθηκε ως τόπος λατρείας και μετεξελίχθηκε σε ναό, ο δε τύπος των ναών που ονομάζονται βασιλικές είναι λιτές δρομικές, δηλαδή επιμήκεις, δομές.

διοικητής, ο
Αξιωματούχος των οικονομικών υπηρεσιών κατά τη Μέση και την Ύστερη Βυζαντινή περίοδο, υπεύθυνος για φορολογικά ζητήματα με δικαιοδοσία σε συγκεκριμένη περιοχή.

δρόμος, ο (cursus publicus)
Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία η υπηρεσία τoυ δημόσιου ταχυδρομείου που λεγόταν "δρόμος" ήταν επιφορτισμένη με τη μεταφορά επιστολών και αντικειμένων στο πλαίσιο της διεκπεραίωσης των κρατικών υποθέσεων, αλλά ετίθετο και σε χρήση των αξιωματούχων των επαρχιών και του στρατού. Λειτουργούσε με δύο υπηρεσίες επανδρωμένες με σκλάβους: τον οξύ δρόμο (cursus velox), που χρησιμοποιούσε ίππους, και τον πλατύ δρόμο (cursus clabularis), που χρησιμοποιούσε άμαξες τις οποίες έσερναν βόδια. Κατά περίπτωση συνεργαζόταν και με ιδιώτες. Επί Ιουστινιανού Α΄ (527-565) καταργήθηκε η υπηρεσία του πλατέος δρόμου. Ο οξύς δρόμος καταργήθηκε τον 12ο αι. στην Μικρά Ασία και λίγο αργότερα στα Βαλκάνια. Επικεφαλής της υπηρσίας ήταν διαδοχικά ο Curiosus Cursus Pubici Praesentalis υπό τον Magister Officiorum, ο λογοθέτης του δρόμου και στο τέλος ερμηνευτής.

εκκλησιαστικό τακτικό, το (notitia episcopatuum)
Τα εκκλησιαστικά τακτικά είναι επίσημα κείμενα των Πατριαρχείων Κωνσταντινουπόλεως και Αντιοχείας που αποτυπώνουν την ιεραρχία των εκκλησιαστικών εδρών («κλήσις των επισκόπων»). Σε αυτά αναγράφονται περιοδικά οι έδρες ανά εκκλησιαστική επαρχία και με τη σειρά που έχουν κάθε φορά στην εκκλησιαστική διοίκηση.

θέμα, το
Ο όρος αναφέρεται στα ευμεγέθη στρατιωτικά σώματα που πραγματοποιούσαν επιχειρήσεις σε ευρείες περιοχές υπό τη διοίκηση στρατηγού· αναφέρεται όμως και στις ίδιες τις περιοχές. Ο θεσμός των θεμάτων εδραιώθηκε κατά τον 7ο αιώνα και ακολούθως χαρακτήριζε τη διοικητική διαίρεση της αυτοκρατορίας της Μέσης περιόδου. Αρχικά η λέξη σήμαινε το στρατιωτικό σώμα που ήταν υπεύθυνο για την άμυνα περιοχής στην οποία έμελλε να εγκατασταθεί, και ακολούθως σήμαινε και την περιοχή. Στις κατώτερες βαθμίδες της στρατιωτικής ιεραρχίας το θέμα στελεχωνόταν από γεωργούς-στρατιώτες. Το σύστημα των θεμάτων, που διατηρήθηκε έως το τέλος της Βυζαντινής περιόδου, στην Ύστερη Βυζαντινή περίοδο χρησιμοποιούνταν για να δηλωθούν φορολογικές κυρίως ενότητες.

κουράτωρ, ο
Υπάλληλος της βυζαντινής αυτοκρατορικής διοίκησης ή των πόλεων. Ασκούσε κυρίως καθήκοντα επιστάτη σε δημόσια ή ιδιωτικά κτήρια και σε εκτάσεις γης (από το λατ. curator = φροντιστής).

λογοθέσιο του γενικού, το
Κεντρική υπηρεσία της αυτοκρατορικής διοίκησης που είχε ευρείες οικονομικές αρμοδιότητες. Ο επικεφαλής της υπηρεσίας, λογοθέτης του γενικού, ήταν επιφορτισμένος με τη διαχείριση των οικονομικών του βυζαντινού κράτους.

νοτάριος, ο (notarius)
Βυζαντινός αξιωματούχος, τα καθήκοντα του οποίου περιλάμβαναν την καταγραφή των συναλλαγών και την πιστοποίηση των εγγράφων.

Οικουμενική Σύνοδος ΣΤ΄/ Πενθέκτη / εν Τρούλλω (Κωνσταντινουπόλεως, 681/ 691)
Η ΣΤ΄ ή Πενθέκτη ή «η εν Τρούλλω» Οικουμενική Σύνοδος συνεδρίασε στην Κωνσταντινούπολη δύο φορές, τα έτη 680 (Έκτη) και 691/2 (Πενθέκτη / εν Τρούλλω), με θέμα εργασιών την αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ των εκκλησιών Ανατολής και Δύσης και τη διευκρίνιση πρακτικών ζητημάτων καθημερινής διαβίωσης των χριστιανών.

πατήρ πόλεως, ο (pater civitatis)
Αξίωμα που χρονολογείται στην Ύστερη Αρχαιότητα. Tην Πρώιμη Βυζαντινή περίοδο πρόκειται για αξίωμα της τοπικής αστικής αυτοδιοίκησης και αφορά αξιωματούχο επιφορτισμένο με τη διαχείριση των οικονομικών της πόλης και την αποκατάσταση ή τη συντήρηση των πόλεων.

τρούλος, ο
Χαρακτηριστικό στοιχείο στη βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική. Πρόκειται για ημισφαιρικό θόλο στη στέγη των ναών, δηλαδή για μια κυλινδρική κατασκευή με ανοίγματα (παράθυρα) στο τύμπανο και με θολωτή στέγαση. Ο τρούλος εμφανίζεται ήδη στα Πρώιμα Βυζαντινά χρόνια, επικρατεί κατά τους Μέσους χρόνους και διαδίδεται ευρύτερα στα Βαλκάνια και τη Ρωσία.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>