Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Peramos

Συγγραφή : Stamatopoulos Dimitrios (21/3/2001)
Μετάφραση : Velentzas Georgios

Για παραπομπή: Stamatopoulos Dimitrios, "Peramos",
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=9167>

Πέραμος  (15/2/2006 v.1) Peramos (15/3/2007 v.1) 

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

 

dimogerontia
Communal authority consisting of the elected community officials, known as archontes (potentates), proestoi (notables), epitropoi (wardens), dimogerontes or simply gerontes (elders).

kaymakamlık
Ottoman administrative unit that replaced the kaza during the late Ottoman Period, after the administrative reforms of 1864.

müdir (müdür)
Lower official of provincial administration in the late Ottoman Empire, head of a subdistrict (müdirlik).

müdürlük
Small administrative unit in the late Ottoman Empire, subdistrict of a kaymakamlık, under the jurisdiction of a müdür.

muhtar
Elected communal official, head of a quarter or a village community.

mutasarrıflık
A medium-sized Ottoman administrative unit that replaced the sancak during the Late Ottoman Period, after the administrative reforms of 1864.

 
 
 
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>