Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
z
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Αναζήτηση με το γράμμα ΑΑναζήτηση με το γράμμα ΒΑναζήτηση με το γράμμα ΓΑναζήτηση με το γράμμα ΔΑναζήτηση με το γράμμα ΕΑναζήτηση με το γράμμα ΖΑναζήτηση με το γράμμα ΗΑναζήτηση με το γράμμα ΘΑναζήτηση με το γράμμα ΙΑναζήτηση με το γράμμα ΚΑναζήτηση με το γράμμα ΛΑναζήτηση με το γράμμα ΜΑναζήτηση με το γράμμα ΝΑναζήτηση με το γράμμα ΞΑναζήτηση με το γράμμα ΟΑναζήτηση με το γράμμα ΠΑναζήτηση με το γράμμα ΡΑναζήτηση με το γράμμα ΣΑναζήτηση με το γράμμα ΤΑναζήτηση με το γράμμα ΥΑναζήτηση με το γράμμα ΦΑναζήτηση με το γράμμα ΧΑναζήτηση με το γράμμα ΨΑναζήτηση με το γράμμα Ω

Έφεσος (Αρχαιότητα), Βεσπασιανές και "Οίκος Ανοχής"

Συγγραφή : Αριστοδήμου Γεωργία (7/4/2008)

Για παραπομπή: Αριστοδήμου Γεωργία, «Έφεσος (Αρχαιότητα), Βεσπασιανές και "Οίκος Ανοχής"», 2008,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Μ. Ασία
URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=4339>

Έφεσος (Αρχαιότητα), Βεσπασιανές και "Οίκος Ανοχής" (29/7/2010 v.1) Ephesus (Antiquity), Latrine and so-called House of Pleasure  - δεν έχει ακόμη εκδοθεί 
 

1. Θέση

Η πρώτη μεγάλη οικοδομική νησίδα, γνωστή ως insula M I, στη βόρεια πλευρά της Εμβόλου, που ορίζεται από τη λεγόμενη Mαρμάρινη οδό (αρ. 60) και τη σκεπαστή (via tecta) οδό της Ακαδημίας (αρ. 42), καταλαμβάνεται από κτηριακά συγκροτήματα δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα. Πρόκειται για κτήρια βεσπασιανών και κατοικιών (αρ. 43) με πλούσια ψηφιδωτά, τα οποία αρχικά είχαν λανθασμένα ταυτιστεί με οίκο ανοχής.1

2. Αρχιτεκτονικός σχεδιασμός

2.1. Κατοικίες – «οίκος ανοχής»

Ερείπια που αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών εργασιών του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στο χώρο την περίοδο 1955-1957 ερμηνεύτηκαν από τους αρχαιολόγους, που στηρίχτηκαν σε επιγραφικά ευρήματα, ως οίκος ανοχής.2 Πρόκειται για τμήμα ενεπίγραφου επιστυλίου σε δεύτερη χρήση, όπου αναφέρεται η λέξη «παιδισκεῑον»· πολύ πιθανόν προέρχεται από το γειτονικό συγκρότημα των βεσπασιανών.3

Ο W. Jobst, που μελέτησε στη συνέχεια το συγκρότημα, θεώρησε ότι πρόκειται για πολυτελή οικία με περιστύλιο. Διέκρινε πέντε χρονικές περιόδους που αντιστοιχούν σε πέντε οικοδομικές φάσεις, οι οποίες ξεκινούν την Ύστερη Ελληνιστική και Πρώιμη Ρωμαϊκή περίοδο και διαρκούν έως και την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας και τις αρχές της Βυζαντινής περιόδου.4 Κατά τη διάρκεια των Αυτοκρατορικών χρόνων το συγκρότημα αυτό δέχτηκε πολλές προσθήκες και αλλαγές στην κάτοψή του. Αρκετές από αυτές τις αλλαγές οφείλονται στους σεισμούς και τις καταστροφές που έπληξαν κατά καιρούς την Έφεσο. Ωστόσο σε καμία από αυτές τις οικοδομικές φάσεις δε διαπιστώθηκαν σαφή ίχνη που να πιστοποιούν τη λειτουργία του συγκροτήματος αυτού ως πορνείου. Ούτε οι κατά καιρούς διαμορφωμένες κατόψεις του κτηρίου βοηθούν στην εξαγωγή ενός τέτοιου συμπεράσματος.

Στην πρώτη περίοδο (I), που χρονολογείται στον ύστερο 1ο αι. π.Χ. ή στον πρώιμο 1ο αι. μ.Χ., το οικοδόμημα αποτελούνταν από έναν τετράπλευρο χώρο με εσωτερικό περιστύλιο και στο μέσον ένα impluvium, δηλαδή μία κεντρική αβαθή δεξαμενή με νερό.5 Στο χώρο εισερχόταν κανείς από ένα μικρότερο τετράπλευρο κτίσμα, το λεγόμενο atrium, στα ανατολικά του περιστυλίου.6 Οι διαστάσεις του λεγόμενου atrium ήταν 7,56 x 5,78 μ. και το δάπεδό του καλυπτόταν από μαρμάρινες πλάκες. Σε αυτόν το χώρο έχουν αναγνωριστεί διαφορετικά συστήματα τοιχοδομίας, που δείχνουν ότι δέχτηκε πλήθος μετασκευών από τον πρώιμο 1ο αι. μ.Χ. έως και την περίοδο της ύστερης αρχαιότητας. Ως προς την κατάσταση διατήρησης, φαίνεται ότι στο ανατολικό τμήμα διατηρείται μεγαλύτερο μέρος από τους τοίχους των δωματίων που περιέβαλλαν το εσωτερικό περιστύλιο. Από το τελευταίο διατηρούνται επίσης ορισμένα τμήματα των θεμελίων του στη βορειοανατολική και τη νοτιοδυτική πλευρά. Σε δύο σωζόμενα τμήματα τοίχων, δυτικά και ανατολικά, διατηρούνται ίχνη χρώματος, στοιχείο που δείχνει ότι οι τοίχοι έφεραν ζωγραφική διακόσμηση.7

Η δεύτερη οικοδομική φάση (ΙΙ) αναφέρεται συμβατικά ως φάση «περιστυλίου-atrium-οίκου». Την περίοδο αυτή προστέθηκαν στα ανατολικά δύο δωμάτια, η βορειότερη Αίθουσα 1 (Οίκος,8 Tablinum), που παρουσιάζει τετράγωνη κάτοψη, και η νοτιότερη Αίθουσα S, αρκετά μικρότερων διαστάσεων.9 Οι διαστάσεις της Αίθουσας 1 ήταν 5,65 x 4,20 μ. Επικοινωνούσε μέσω μιας θύρας στο νότιο τοίχο με την Αίθουσα S. Η τοιχοδομία είναι σχετικά πρόχειρη,10 ενώ στις τέσσερις γωνίες προστέθηκαν ισχυροί πεσσοί. Οι τοίχοι καλύφθηκαν με μαρμάρινες πλάκες, από τις οποίες διατηρείται σήμερα ελάχιστο μέρος, και τοιχογραφίες. Το δάπεδο του χώρου αυτού καλύπτεται από πολύχρωμο μωσαϊκό.11 Το μωσαϊκό αυτό συνίσταται σε ένα τετράγωνο το οποίο διαιρείται σε τέσσερα επιμέρους τετράγωνα που χωρίζονται μεταξύ τους από πλοχμό. Σε καθένα από αυτά τα τετράγωνα βρίσκεται μία προτομή, προσωποποίηση μιας από τις τέσσερις εποχές του χρόνου.12 Λόγω της θέσης και της διακόσμησής της πιθανολογείται ότι η αίθουσα αυτή αποτελούσε χώρο συζητήσεων, διασκέδασης και ψυχαγωγίας.

Η Αίθουσα S έχει διαστάσεις 6,05 x 3,50 μ. και αποτελεί χώρο εξαιρετικά φτωχό σε διακόσμηση.13 Καλυπτόταν με θολωτή στέγη. Επιπλέον στη βορειοανατολική γωνία του δωματίου οι ανασκαφικές έρευνες έφεραν στο φως μία κλίμακα που οδηγεί σε έναν υπόγειο χώρο ο οποίος ερμηνεύτηκε ως κελάρι, με βάση το μεγάλο αριθμό αποθηκευτικών αγγείων που βρέθηκαν εκεί.14

Οι δύο χώροι, το περιστύλιο και ο μικρότερος τετράπλευρος χώρος (atrium) της προηγούμενης περιόδου, βρίσκονταν ακόμη σε χρήση. Με βάση το μωσαϊκό με τις εποχές που αποκαλύφθηκε στην Αίθουσα 1, αυτή η δεύτερη περίοδος χρονολογείται στον 3ο αι. μ.Χ.15

Στην τρίτη περίοδο (ΙΙΙ) πραγματοποιήθηκε η επόμενη αλλαγή στο συγκρότημα.16 Μέσα στο χώρο του κεντρικού περιστυλίου της πρώτης περιόδου και δυτικά του λεγόμενου atrium προστέθηκε μία ορθογώνια επιμήκης αίθουσα που στις στενές πλευρές της απολήγει σε αψίδες.17 Οι διαστάσεις της είναι 8,50 x 3,20 μ. Με την κατασκευή της κατέλαβε το χώρο της ανατολικής στοάς του περιστυλίου, ενώ ταυτόχρονα κατάργησε τον εξωτερικό ανατολικό τοίχο του περιστυλίου.18 Οι τοίχοι των αψίδων έφεραν επένδυση από μαρμάρινες πλάκες χρώματος ανοιχτού γκρι. Σήμερα σώζεται μόνο το κατώτερο τμήμα τους. Στο δάπεδο της αίθουσας εντοπίστηκε πολύχρωμο μωσαϊκό, το οποίο αποτελείται από ζώνες που περικλείονται από πλοχμό. Οι ζώνες αυτές κοσμούνται με θέματα παραστατικά και γεωμετρικά. Το ημικυκλικό τμήμα στο εσωτερικό της αψίδας διατηρεί παράσταση με θέμα μία σκηνή συμποσίου.19 Η παράσταση αυτή οδήγησε στην ταύτιση του χώρου με αίθουσα όπου πραγματοποιούνταν συμπόσια.20 Ωστόσο, τελευταία ο D. Boulasikis θεωρεί πιθανότερο η αίθουσα αυτή να λειτουργούσε ως ενδιάμεσος χώρος επικοινωνίας του δυτικού και του ανατολικού τμήματος του συγκροτήματος.21 Σε αυτή τη φάση στο συγκεκριμένο αψιδωτό χώρο αποκτούσε κανείς πρόσβαση από τα δωμάτια στα ανατολικά. Με βάση το μωσαϊκό, τα στιλιστικά χαρακτηριστικά των μορφών και το είδος των αντικειμένων που εικονίζονται σε αυτό, η τρίτη αυτή φάση χρονολογήθηκε στα τέλη του 3ου ή στις αρχές του 4ου αι. μ.Χ.22 Η προσθήκη αυτής της αψιδωτής αίθουσας άλλαξε αρκετά τη δομή και τη λειτουργία του περιστυλίου και του λεγόμενου atrium της πρώτης περιόδου.

O W. Jobst είχε υποστηρίξει την ύπαρξη δύο ακόμα οικοδομικών φάσεων, της τέταρτης (IV) και της πέμπτης (V). Σύμφωνα με αυτόν, στην τέταρτη περίοδο τον κεντρικό χώρο της σύνθεσης καταλαμβάνει ο μικρός τετράγωνος χώρος, το λεγόμενο atrium, που βρίσκεται τώρα πια ανάμεσα στην αψιδωτή αίθουσα και την Αίθουσα 1 (Οίκος).23 Σύμφωνα επίσης με τα ευρήματα, διαπιστώνεται ότι σε αυτή την οικοδομική φάση η αψιδωτή αίθουσα κλείνει με έναν πρόχειρο τοίχο από αρχιτεκτονικά μέλη σε δεύτερη χρήση (spolia) και χρησιμοποιείται μόνο το βόρειο ήμισύ της. Αυτή η περίοδος χρονολογείται στον 4ο αι. μ.Χ.

Στην τελευταία περίοδο (V) κατά τον W. Jobst, που τοποθετείται στους Βυζαντινούς χρόνους, ανήκει η επόμενη και τελική διαμόρφωση του συγκροτήματος. Τώρα πια και η αψιδωτή αίθουσα καταργείται. Φαίνεται ότι κατασκευάζονται δύο τετράγωνοι χώροι επάνω στο παλιό περιστύλιο της πρώτης περιόδου, οι οποίοι βρίσκονται σε συμμετρία με το Δωμάτιο 1 και το Δωμάτιο S.24

Ωστόσο, τελευταία ο D. Boulasikis ενοποιεί αυτές τις τελευταίες δύο περιόδους σε μία φάση, την οποία ονομάζει φάση των χώρων Α και Β.25 Σταδιακά το περιστύλιο και η αψιδωτή αίθουσα ερειπώνονται. Οι χώροι Α και Β αναπτύσσονται κατά μήκος του βόρειου στυλοβάτη της πρώτης οικοδομικής φάσης. Οι χώροι αυτοί δεν έχουν επικοινωνία ούτε με τη Μαρμάρινη οδό στα δυτικά τους, ούτε με τα άλλα κτίσματα στα βόρεια. Αποτελούν ένα αυτοτελές και σχετικά απομονωμένο συγκρότημα.26 Το επίπεδο του δαπέδου του χώρου Β ανυψώθηκε, ενώ του χώρου Α παρέμεινε ίδιο.27

Με βάση τα παραπάνω και σύμφωνα με τις έρευνες των τελευταίων ετών μπορούμε να συνοψίσουμε στα εξής: Κατά την πρώτη οικοδομική φάση στο κεντρικό τμήμα της οικοδομικής νησίδας Μ Ι κατασκευάστηκε μία σχεδόν τετράγωνη οικία με περιστύλιο έκτασης 742,50 τ.μ. Η κύρια είσοδος βρισκόταν στη Μαρμάρινη οδό.28 Κατά τη δεύτερη οικοδομική φάση η κατοικία επεκτάθηκε προς τα ανατολικά, με αποτέλεσμα να καταλαμβάνει έκταση 879,50 τ.μ. Κατά την τρίτη οικοδομική περίοδο προστέθηκε η αψιδωτή αίθουσα που έκλεισε την ανατολική πλευρά του περιστυλίου και τμήματα της ορθομαρμάρωσης αντικαταστάθηκαν από τοιχογραφίες. Στην τέταρτη και τελευταία οικοδομική περίοδο του συγκροτήματος το περιστύλιο καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τις εγκαταστάσεις Α και Β, που λειτουργούσαν ως εργαστήρια.29

2.2. Βεσπασιανές

Η λεγόμενη οδός της Ακαδημίας (αρ. 42), σύμφωνα με τις ανασκαφικές έρευνες, σε κάποια ύστερη χρονολογική φάση στεγάστηκε με σταυροθόλια. Δημιουργήθηκε έτσι μία θολωτή δίοδος που συνέδεσε τα λουτρά του Βαρίου (ή Ουαρίου) (αρ. 41) με τις λεγόμενες βεσπασιανές (latrinae). Οι βεσπασιανές, τα δημόσια αποχωρητήρια της εποχής, βρίσκονται στη γωνία του συγκεκριμένου οικοδομικού τετραγώνου και έχουν αναστηλωθεί εκτεταμένως από το Αρχαιολογικό Μουσείο της Εφέσου. Στις εγκαταστάσεις αυτές ένα μαρμάρινο θρανίο με ειδικά κυκλικά ανοίγματα (sella pertusa) αναπτύσσεται σε σχήμα Π, πλαισιώνοντας τις τρεις από τις τέσσερις πλευρές ενός ανοιχτού περίστυλου χώρου. Καθαρό νερό έτρεχε συνεχώς στα ανοιχτά κανάλια που βρίσκονταν μπροστά από τις θέσεις των αφοδευτηρίων. Αυτό είχε αποτέλεσμα τη συνεχή απομάκρυνση των ακαθαρσιών. Ένα άλλο σύστημα υπόγειων αγωγών οδηγούσε το βρόχινο νερό στους οχετούς. Μαρμάρινοι κίονες στήριξαν τη στέγη, η οποία ήταν ξύλινη. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον για τις αντιλήψεις της εποχής ότι δεν υπήρχαν διαχωριστικά ανάμεσα στις θέσεις.30

Ο F. Miltner χρονολόγησε το συγκρότημα των βεσπασιανών με βάση τις επιγραφικές μαρτυρίες στο πέρασμα ανάμεσα στον 1o και το 2o αι. μ.Χ. ή, το πιθανότερο, κοντά στα μέσα του 2oυ αι. μ.Χ.31

1. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 63, εικ. 3· Boulasikis, D., “Das sogenannte Freudenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 29.

2. Miltner, F., “XXIII. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 44 (1959), Bbl., σελ. 316-322. Για την ιστορία της έρευνας του συγκεκριμένου οικοδομήματος βλ. Boulasikis, D., “Das sogennante Freudenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Koplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 29-31.

3. «τον θάκον συν τοις κατ’ αυτού επικειμένους παιδισκήοις και κοσμήσας πα[...]», Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 61-65, σημ. 7, 12, όπου παραθέτει τη σχετική βιβλιογραφία για την ταύτιση του οικοδομήματος με οίκο ανοχής, ενώ ο ίδιος διατυπώνει επιχειρήματα που αμφισβητούν την παλαιότερη άποψη. Σύμφωνα με τους μελετητές Μ. Büyükkolancı, H. Thür και B. Tuluk, η λέξη «παιδισκεῑον» (οίκος ανοχής) σημαίνει επίσης δημόσια αποχωρητήρια. Βλ. Scherrer, P., Ephesus. The New Guide (Vienna 2000), σελ. 120. Για την επιγραφή βλ. Börker, C. – Merkelbach, R., Die Inschriften von Ephesos II (Nr. 101-599, Repertorium, Bonn 1979), σελ. 171, αρ. 455.

4. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 83-84, εικ. 27.

5. Για την πρώτη φάση, του περιστυλίου, βλ. Boulasikis, D., “Das sogenannte Freudenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 31 κ.ε., εικ. 4.

6. Το σημείο αυτό ταυτίστηκε με atrium, που είναι ο σημαντικότερος χώρος της ρωμαϊκής οικίας. Βλ. Miltner, F., “XXIII. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 44 (1959), Bbl., σελ. 319. Ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια συμβατικά για την περιγραφή του συγκεκριμένου χώρου του οικοδομήματος στη μελέτη του Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 61-84. Για την ερμηνεία του χώρου βλ. επίσης Boulasikis, D., “Das sogenannte Freundenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 34-37.

7. Boulasikis, D., “Das sogenannte Freundenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 33-34.

8. Για τον όρο «οίκος» βλ. Vitr. VI 3,8 και Βιτρούβιος, Περί Αρχιτεκτονικής, μτφρ. Π. Λέφας (Αθήνα 1996), σελ. 33.

9. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 69 (Δωμάτιο 1, Οίκος/Tablinum) και σελ. 82 (Δωμάτιο S). Για τη δεύτερη οικοδομική φάση, βλ. Boulasikis, D., “Das sogenannte Freundenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 34 κ.ε., εικ. 5.

10. Στην τοιχοδομία χρησιμοποιήθηκαν αρχιτεκτονικά μέλη σε δεύτερη χρήση (spolia) καθώς και γωνιόλιθοι, ενώ ανάμεσά τους παρεμβάλλονταν δόμοι με οπτοπλινθοδομή. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 69.

11. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 69-71.

12. Οι προσωποποίησεις του καλοκαιριού και της άνοιξης αποδίδονται στα βόρεια τετράγωνα, ενώ του φθινοπώρου και του χειμώνα στα νότια. Η προσωποποίηση του καλοκαιριού βρίσκεται στη βορειοδυτική γωνία, αλλά σώζεται σε εξαιρετικά αποσπασματική κατάσταση. Διακρίνεται μόνο η γένεση του δεξιού ώμου και τμήμα της απόληξης της μακριάς κόμης. Δίπλα της βρίσκεται η προσωποποίηση της άνοιξης, από την οποία έχει αποκρουστεί ο λαιμός και η κεφαλή. Η μορφή αυτή φορά πέπλο. Η προσωποποίηση του φθινοπώρου σώζεται σε καλύτερη κατάσταση. Έχει τη μορφή μιας γυναίκας νεαρής ηλικίας, που στρέφεται κατά 3/4 προς τα δεξιά. Η μορφή φορά χιτώνα και ιμάτιο. Η κυματιστή κόμη μαζεύεται πίσω στον αυχένα. Στο κεφάλι φορά στεφάνι από βλαστούς και τσαμπιά αμπέλου. Η προσωποποίηση του χειμώνα παρουσιάζει πολλές στιλιστικές ομοιότητες με την προηγούμενη μορφή, ενώ στρέφεται προς τα αριστερά. Φορά χιτώνα και ιμάτιο που καλύπτει την κεφαλή. Βλ. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 71, εικ. 10, 11, 12.

13. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 82.

14. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 83, εικ. 26. Ο F. Miltner είχε αρχικά υποστηρίξει ότι ο χώρος του Δωματίου S λειτουργούσε ως αίθουσα υποδοχής των πελατών του πορνείου, βλ. Miltner, F., “XXIII. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 44 (1959), Bbl., σελ. 321 κ.ε. Σύμφωνα με το W. Jobst, θα μπορούσε να αποτελεί χώρο ανάπαυσης, ενώ η παρουσία κελαριού συνδέει το χώρο με τις εγκαταστάσεις της κατοικίας.

15. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 71.

16. Αναλυτικά για την τρίτη οικοδομική φάση, βλ. Boulasikis, D., “Das sogenannte Freundenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 37 κ.ε., εικ. 6.

17. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 73-82.

18. Τώρα πλέον η είσοδος προς το λεγόμενο atrium βρισκόταν στην ανατολική μακριά πλευρά αυτής της αψιδωτής αίθουσας.

19. Διακρίνονται τέσσερις μορφές πάνω σε μία κλίνη. Κάτω από την κλίνη απεικονίζονται εδέσματα, όπως ψάρια και θαλασσινά, φρούτα και διάφοροι καρποί. Σε χαμηλότερο επίπεδο και στα δεξιά αναγνωρίζεται μία γάτα και μία μικρή μορφή, πιθανότατα ένας υπηρέτης. Κάτω από αυτήν τη μορφή τοποθετείται ένας μεγάλος καλυκωτός κρατήρας, για την ανάμειξη του νερού και του κρασιού. Δίπλα στον κρατήρα υπάρχει ένα ακόμη αντικείμενο κυλινδρικού σχήματος με κωνικό πώμα και πόδια σε σχήμα αιλουροειδούς. Πιθανόν πρόκειται για μία χάλκινη κίστη. Βλ. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 77-78, εικ. 21, 22.

20. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 82.

21. Boulasikis, D., “Das sogenannte Freundenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 38.

22. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 80.

23. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 72-73.

24. Jobst, W., “Das "öffentliche Freudenhaus" in Ephesos”, ÖJh (1976/1977), σελ. 76, 84.

25. Boulasikis, D., “Das sogenannte Freundenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 38 κ.ε., εικ. 7.

26. Boulasikis, D., “Das sogenannte Freundenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 39.

27. Boulasikis, D., “Das sogenannte Freundenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 40.

28. Boulasikis, D., “Das sogenannte Freundenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 40.

29. Αναλυτικά για τα αποτελέσματα και τα πορίσματα των πρόσφατων ανασκαφών στο χώρο βλ. Boulasikis, D., “Das sogenannte Freundenhaus zu Ephesos. Neues zur Hausentwicklung des Komplexes”, ÖJh 72 (2003), σελ. 29-40.

30. Scherrer, P. (επιμ.), Ephesus. The New Guide (Vienna 2000), σελ. 120.

31. Miltner, F., “ΧΧΙΙ. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 43 (1956/1958), Bbl., σελ. 20 κ.ε., σημ. 14· Miltner, F., “ΧΧΙIΙ. Vorläufiger Bericht über die Ausgrabungen in Ephesos”, ÖJh 44 (1956/1958), Bbl., σελ. 319 κ.ε.

     
 
 
 
 
 

Δελτίο λήμματος

 
press image to open photo library
 

>>>